Δημοσίευση : |
|
21/09/2013 |
Πηγή: |
|
Obeline.gr |
Συντάκτης : |
|
Σοφία Βλάχου |
Βαθμολογία: |
|
3.21 ( 63 ψήφοι) |
|
|
|
Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης η θυρεοειδική λειτουργία προσαρμόζεται προκειμένου να ανταποκριθεί στις αυξημένες μεταβολικές ανάγκες εγκύου και κυήματος. Σε μία υγιή έγκυο γυναίκα η χοριακή γοναδοτροφίνη που παράγεται από τον πλακούντα και η αυτορρύθμιση του άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-θυρεοειδή διεγείρουν τον θυρεοειδή οδηγώντας σε αύξηση της παραγωγής των θυρεοειδικών ορμονών Τ4 και Τ3 και μείωση της TSH σε σχέση με τα προ-εγκυμοσύνης επίπεδα.
Μελέτες αναφέρουν πως οι ανάγκες σε Τ4 αυξάνονται κατά 20-50% στην εγκυμοσύνη ήδη από την 4η-6η εβδομάδα κύησης με αποκορύφωμα την 16η-20η εβδομάδα και παραμένουν στη συνέχεια σταθερές έως τον τοκετό.
Η μέτρηση της TSH αποτελεί τον πιο σημαντικό δείκτη της θυρεοειδικής λειτουργίας κατά την εγκυμοσύνη και τα όρια αναφοράς της (δηλαδή τα επιθυμητά επίπεδα) κατά την εγκυμοσύνη είναι:
- 1 τρίμηνο: 0.1-2.5 mIU/L
- 2 τρίμηνο: 0.2-3.0 mIU/L
- 3 τρίμηνο: 0.3-3.0 mIU/ L
Ως υποθυρεοειδισμός στην εγκυμοσύνη ορίζεται η αύξηση των επιπέδων της TSH κατά τη διάρκειά της σε επίπεδα άνω των 2.5 mIU/L.
Διακρίνεται σε:
• Υποκλινικό υποθυρεοειδισμό: TSH: 2.5-10 mIU/L και φυσιολογικά επίπεδα FT4
• Kλινικό υποθυρεοειδισμό: TSH: 2.5-10 mIU/L και μειωμένα επίπεδα FT4 ή TSH >10 mIU/L ανεξαρτήτως επιπέδων FT4.
Η σημασία της αναζήτησης και της θεραπείας του υποθυρεοειδισμού κατά την εγκυμοσύνη είναι μεγάλη καθώς συνδέεται με δυσμενείς επιπτώσεις όπως ελαττωμένη νευροφυσιολογική ανάπτυξη του εμβρύου και υψηλά ποσοστά επιπλοκών όπως υπέρταση της κύησης, ενδομήτριο θάνατο και γέννηση νεογνών με χαμηλό σωματικό βάρος. Η συσχέτιση αυτή έχει αποδειχθεί σαφέστερα στην περίπτωση κλινικού υποθυρεοειδισμού και για το λόγο αυτό συστήνεται ανεπιφύλακτα η θεραπεία υποκατάστασης με θυροξίνη. Σε περίπτωση υποκλινικού υποθυρεοειδισμού τα ευρήματα των μέχρι τώρα μελετών δε συμφωνούν και για το λόγο αυτό συστήνεται η θεραπεία υποκατάστασης όταν συνυπάρχουν αυξημένα αντισώματα αντι-TPO. Ο στόχος της θεραπείας είναι η αποκατάσταση των επιπέδων της TSH στα προαναφερόμενα επίπεδα ανάλογα με το τρίμηνο της κύησης.
Στις γυναίκες με προϋπάρχοντα υποθυρεοειδισμό και υπό αγωγή με θυροξίνη πρέπει να γίνεται επανεκτίμηση και μηνιαία προσαρμογή της δοσολογίας.
Στη διεθνή βιβλιογραφία αναφέρεται πως σε γυναίκες με υποθυρεοειδισμό οι ανάγκες σε Τ4 αυξάνονται κατά 20-50% στην εγκυμοσύνη ήδη από την 4η-6η εβδομάδα κύησης με αποκορύφωμα την 16η-20η εβδομάδα και παραμένουν στη συνέχεια σταθερές έως τον τοκετό. Αναφέρεται επίσης πως το 50%-85% των υποθυρεοειδικών γυναικών υπό αγωγή θα χρειαστούν αύξηση της δοσολογίας κατά την εγκυμοσύνη, γεγονός που εξαρτάται και από την αιτία του υποθυρεοειδισμού. Κάποιες από αυτές τις γυναίκες θα χρειαστούν αύξηση της δοσολογίας μόνο κατά 10%-20% ενώ άλλες έως και 80%. Το ποσοστό κατά το οποίο θα χρειαστεί αναπροσαρμογή της αγωγής εξαρτάται από την αιτία του υποθυρεοειδισμού, το σωματικό βάρος και τα επίπεδα της TSH πριν την εγκυμοσύνη. Π.χ. μια γυναίκα που έχει υποβληθεί σε ολική θυρεοειδεκτομή έχει μεγαλύτερη πιθανότητα να χρειαστεί αύξηση της αγωγής συγκριτικά με μια γυναίκα που πάσχει από αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα.
Η παρακολούθηση των εγκύων γυναικών υπό αγωγή για υποθυρεοειδισμό συστήνεται να γίνεται κάθε 4 εβδομάδες έως τα μέσα της κύησης με μέτρηση των επιπέδων της TSH και στη συνέχεια την 26η-32η εβδομάδα. λόγω των μεταβολών των αναγκών όπως προαναφέρθηκε. Συστήνεται επίσης η συχνή μέτρηση της TSH σε ευθυρεοειδικές γυναίκες χωρίς αγωγή επί υπάρξεως αυξημένων αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων λόγω πιθανής εμφάνισης υποθυρεοειδισμού. Αμέσως μετά τον τοκετό η δόση της λεβοθυροξίνης πρέπει να μειωθεί στα επίπεδα προ εγκυμοσύνης και να γίνει μέτρηση της TSH στις 8 εβδομάδες μετά τον τοκετό.
Συνοπτικά, σύμφωνα με τις πρόσφατες κατευθυντήριες οδηγίες της AMERICAN THYROID ASSOCIATION:
• Η μέτρηση της TSH αποτελεί τον πιο σημαντικό δείκτη της θυρεοειδικής λειτουργίας κατά την εγκυμοσύνη.
• Η συνιστώμενη θεραπεία είναι η αγωγή αποκλειστικά με λεβοθυροξίνη.
• Επί κλινικού υποθυρεοειδισμού συστήνεται η θεραπεία υποκατάστασης με λεβοθυροξίνη.
• Επί υποκλινικού υποθυρεοειδισμού συστήνεται η θεραπεία υποκατάστασης όταν συνυπάρχουν αυξημένα αντιθυρεοειδικά αντισώματα αντι-TPO.
• Ο στόχος της θεραπείας είναι η αποκατάσταση των επιπέδων της TSH στα προαναφερόμενα επίπεδα ανάλογα με το τρίμηνο εγκυμοσύνης.
• Στις γυναίκες με προϋπάρχοντα υποθυρεοειδισμό και υπό αγωγή με λεβοθυροξίνη πρέπει να γίνεται επανεκτίμηση και συχνά αύξηση της δοσολογίας.
• Η παρακολούθηση των εγκύων γυναικών υπό αγωγή για υποθυρεοειδισμό συστήνεται να γίνεται κάθε 4 εβδομάδες έως τα μέσα της κύησης με μέτρηση των επιπέδων της TSH και στη συνέχεια την 26η-32η εβδομάδα.
• Μετά τον τοκετό η δόση της λεβοθυροξίνης μειώνεται στα επίπεδα προ κύησης και μετρώνται τα επίπεδα της TSH την 6η εβδομάδα μετά τον τοκετό.
• Τέλος, συστήνεται μέτρηση της TSH κατά το πρώτο τρίμηνο σε περίπτωση εγκυμοσύνης στις παρακάτω περιπτώσεις λόγω αυξημένου κινδύνου εμφάνισης κλινικού υποθυρεοειδισμού:
o Ατομικό ιστορικό θυρεοειδικής δυσλειτουργίας, θυρεοειδεκτομής, ακτινοβολίας κεφαλής ή τραχήλου.
o Συμπτώματα δυσλειτουργίας θυρεοειδούς ή ύπαρξη βρογχοκήλης
o Ηλικία >30 ετών
o Αυξημένα αντισώματα αντι-TPO
o Διαβήτης τύπου 1 ή άλλα αυτοάνοσα νοσήματα
o Ιστορικό αποβολών ή πρόωρων τοκετών
o Οικογενειακό ιστορικό θυρεοειδικού νοσήματος
o Νοσογόνος παχυσαρκία (ΔΜΣ> 40 kg/m2 )
o Χρήση αμιωδαρόνης ή λιθίου ή πρόσφατη χορήγηση ιωδιούχου σκιαγραφικού σκευάσματος
o Υπογονιμότητα
o Διαμονή σε περιοχή γνωστή για μέτρια ή σοβαρή ιωδοπενία.